Δεν το περίμενα να έχει τέτοια απήχηση η ομιλία για την Πυρπόληση-Απελευθέρωση της Καλαμπάκας στις 18/10/2011 στην Εκκλησία του Αγίου Βησσαρίωνος! Μεγάλη συγκίνηση από πολλούς ανθρώπους, ανυπόκριτες ευχαριστίες! Παραθέτω το κείμενο που εκφωνήθηκε...
Ημέρα μνήμης και τιμής
Πυρπόληση (18 Οκτωβρίου 1943) – Απελευθέρωση (18 Οκτωβρίου 1944)
1. Εισαγωγή
Συμπληρώνονται φέτος 68 χρόνια από την αποφράδα εκείνη για την πόλη μας ημέρα της πυρπόλησής της από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής στις 18 Οκτωβρίου του 1943 και 67 έτη από την ημέρα της απελευθέρωσή της από τη σιδερόφρακτη μπότα του κατακτητή. Μερικές φορές η ιστορία παίζει περίεργα παιχνίδια και οι συνειρμοί που γεννιούνται από τα ιστορικά γεγονότα σε συνδυασμό με την σημερινή δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας θα μπορούσε να μας οδηγήσει σε παράδοξα συμπεράσματα.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή...
2. Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Ελλάδα στον πόλεμο
Τις πρώτες πρωινές ώρες της 28ης Οκτωβρίου του 1940, όταν ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι έλαβε την απάντηση στα γαλλικά από τον δικτάτορα Μεταξά «Alors, c’ est la guerre!» (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο!) -το οποίο στην καθομιλουμένη καταγράφηκε ως «Όχι!»-, η χώρα έμπαινε σε μια επικίνδυνη περιπέτεια, που κανείς κάτοικός της δεν ήθελε, όλοι όμως μετείχαν προθυμότατα στις διαδικασίες επιστράτευσης και στη συνακόλουθη αντίσταση εναντίον των επίβουλων της πατρίδας εχθρών.
3. Η Καλαμπάκα στον πόλεμο
Ανάμεσά τους και οι 4000 περίπου την εποχή εκείνη κάτοικοι της Καλαμπάκας, ακούγοντας την καμπάνα της εκκλησίας της Παναγίας να χτυπά με τρόπο ανησυχητικό και από τα ραδιόφωνα το πρώτο ανακοινωθέν του Γενικού Επιτελείου Στρατού έσπευσαν να καταταγούν και μεταφέρθηκαν στην πρώτη γραμμή του Μετώπου, όπου πολέμησαν γενναία. Απ’ την περιοχή μας μάλιστα περνούσαν τα τμήματα του στρατού που προωθούνταν στο μέτωπο, καθώς και τα όπλα, τα τρόφιμα και το λοιπό υποστηρικτικό υλικό.
Οι μεγάλες αποθήκες στην Καλαμπάκα γέμισαν με ρουχισμό, τρόφιμα και πολεμοφόδια. Το ίδιο και οι γαλαρίες της σιδηροδρομικής γραμμής Καλαμπάκας - Κοζάνης, που είχαν ανοιχτεί από τη δεκαετία του ’30, αλλά ήταν μέχρι τότε σε αχρηστία.
Αλλά και από τον Απρίλιο του ’41 που οι Γερμανοί μπήκαν στον πόλεμο με την Ελλάδα, παρόμοια κινητικότητα παρατηρούνταν στην περιοχή μας. Όταν όμως το αλβανικό μέτωπο κατέρρευσε, άρχισε η οπισθοχώρηση και η επιστροφή των στρατιωτών. Στις 16 Απριλίου του 1941, το πρωί της Μεγάλης Τετάρτης, οι Καλαμπακιώτες άρχισαν να λεηλατούν τις μεγάλες στρατιωτικές αποθήκες τροφίμων, που ο στρατός τις είχες εγκαταλείψει και είχαν αφεθεί στην τύχη τους. Παίρναν βαρέλια με λάδι και τα κυλούσαν στους δρόμους μέχρι το σπίτι τους, δοχεία με βούτυρο και χαλβά, σακιά με ζάχαρη, ό,τι μπορούσε ο καθένας να μεταφέρει και ό,τι έβρισκε, για να περάσει τη δύσκολη περίοδο της Κατοχής που ξεκινούσε για τη χώρα.
4. Οι Γερμανοί περνούν από την Καλαμπάκα: Κατοχή
Στις 18 Απριλίου του 1941, Μεγάλη Παρασκευή, οι Καλαμπακιώτες είδαν τους Γερμανούς να περνούν έξω από την πόλη και να στήνουν το αρχηγείο τους στα Τρίκαλα και το γενικό επιτελείο τους της Θεσσαλίας στη Λάρισα. Όπως ήταν φυσικό, το Πάσχα που «γιόρτασαν» οι Καλαμπακιώτες στις 20 Απριλίου 1941 ήταν διαφορετικό. Η δύσκολη περίοδος της Κατοχής και της σκλαβιάς, που διήρκεσε περίπου 1.300 ημέρες, είχε αρχίσει και για την Καλαμπάκα.
5. Οι Ιταλοί στη Θεσσαλία
Αργότερα, μετά την υπογραφή της συνθήκης κατάπαυσης του πολέμου, στην Καλαμπάκα εγκαταστάθηκε μικρό τμήμα γερμανικού στρατού κι έμεινε δυο μήνες. Τμήμα του ιταλικού στρατού ήταν στρατοπεδευμένο λίγα χιλιόμετρα δυτικά από το Μουργκάνι, ενώ το επιτελείο του είχε εγκατασταθεί στο χωριό Τρυγόνα. Εκεί είχε στήσει τυπογραφείο, που άρχισε να τυπώνει τα ιταλικά κατοχικά χαρτονομίσματα.
Οι ιταλικές δυνάμεις στη Θεσσαλία είχαν την αποστολή να επιτηρούν τους κατοίκους της και να συγκεντρώνουν γεωργικά, κτηνοτροφικά και δασικά προϊόντα. Για την εκπλήρωσή της εγκαθίστανται ισχυρές μονάδες στα αστικά θεσσαλικά κέντρα και στην Καλαμπάκα. Μαζί με στρατιωτικές μονάδες εγκαθίστανται και καραμπινιέροι με αστυνομικά καθήκοντα, καθώς και φασιστικά ή άλλα τμήματα με ειδικές αποστολές, όπως έλεγχος στην κίνηση κατοίκων με τρένα ή αυτοκίνητα, σε τηλεγραφεία, ταχυδρομεία κ.λπ. Γέφυρες, σιδηροδρομικοί σταθμοί και σημεία με κάποια στρατιωτική σημασία, φρουρούνται. Οι σταθερές φρουρές συμπληρώνονται και με κινητές. Καθημερινά σχεδόν στρατιωτικές περίπολοι, με καραμπινιέρους και φασίστες, περιτρέχουν την ύπαιθρο με διάφορες προφάσεις, για να ασκούν με την παρουσία τους ψυχολογική πίεση και τρομοκρατία.
6. Οι Ιταλοί στην Καλαμπάκα
Τον Ιούλιο του ‘41 ένα τάγμα Ιταλών εγκαταστάθηκε στην Καλαμπάκα σε κτήρια που επίταξαν. Στα υπόγεια του σταθμού της Καραμπιναρίας που δημιούργησαν βασανίστηκαν πολλοί Καλαμπακιώτες, ιδιαίτερα την εποχή κατά την οποία οι Ιταλοί ενεργούσαν αφοπλισμό και τρομοκρατούσαν τους κατοίκους. Οι λεηλασίες σπιτιών και καταστημάτων, η αρπαγή των αγροτικών και άλλων προϊόντων με την επιβολή φορολογίας της «δεκάτης», οι εκβιασμοί, οι κακοποιήσεις, οι εξευτελισμοί, ήταν καθημερινό φαινόμενο.
Η Εθνική Αντίσταση όμως δεν άργησε να εκδηλωθεί. Πρώτο σοβαρό φανέρωμά της, με πανελλήνια απήχηση και εμβέλεια, η Μάχη της Μερίτσας.
7. Η Μάχη της Μερίτσας
Στις 12 Φεβρουαρίου 1943 κάτοικοι απ’ όλα τα χωριά των Χασίων και αντάρτες κατατρόπωσαν τους Ιταλούς καραμπινιέρους κοντά στο χωριό Οξύνεια. Εκτός του σημαντικού οπλισμού των Ιταλών που έπεσε στα χέρια των Ελλήνων, η πρωτοφανής αυτή νίκη τόνωσε το ηθικό τους και τους γέμισε αυτοπεποίθηση ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τον κατακτητή.
8. Μάχη Καλαμπάκας
Ακολούθησε η μεγαλειώδης νίκη των Ελλήνων στη Μάχη της Καλαμπάκας, τον Απρίλιο του 1943. Η μελετημένη αντίδραση και η άρτια στρατιωτική επιχείρηση των ανταρτών από τις Κουμαριές και το Μεράι μέχρι και τα Νιχώρια απέναντι σε μεγάλες και βαριά οπλισμένες μονάδες του ιταλικού στρατού, ανάγκασαν τους Ιταλούς να αφήσουν δεκάδες νεκρούς και τραυματίες στο πεδίο της μάχης και να αποτύχουν στα σχέδιά τους να εγκαταστήσουν ισχυρή φρουρά στην Καλαμπάκα, για να διανοίξουν κατόπιν τον δρόμο προς Γιάννενα και Γρεβενά.
Οι Έλληνες γιόρτασαν τη μεγάλη νίκη τους στη Μάχη της Καλαμπάκας δεόντως την Κυριακή του Πάσχα στην Τζέρτση ψήνοντας αρνιά, χορεύοντας και γλεντώντας. Οι ραδιοσταθμοί του Καΐρου, του Λονδίνου και της Μόσχας μετέδωσαν: «Η Μάχη της Καλαμπάκας αποτελεί ηρωική και περίλαμπρη νίκη των Ελλήνων κατά των φασιστικών δυνάμεων».
Όμως ύστερα από τη μάχη αυτή την εγκατέλειψαν όλοι οι κάτοικοί της φοβούμενοι νέες επιδρομές των Ιταλών και αντίποινα. Παίρνοντας λοιπόν μαζί τους ό,τι μπορούσαν, τα πλέον απαραίτητα, έστησαν στις ερημιές του Κόζιακα και των Χασίων πρόχειρες καλύβες κι έμειναν εκεί. Άλλοι εγκαταστάθηκαν σε διάφορα χωριά, άλλοι έφυγαν στα Τρίκαλα και στην Αθήνα και πολλοί πήγαν στο μοναστήρι του Βυτουμά. Σ’ αυτή την κατάσταση βρήκε την Καλαμπάκα η συνθηκολόγηση των Ιταλών στις 3 Σεπτέμβρη 1943.
9. Πυρπόληση Καλαμπάκας
Στις 16 Σεπτεμβρίου γερμανική δύναμη των SS, που είχαν πια αντικαταστήσει τους αποχωρήσαντες Ιταλούς, διενεργούσε ανιχνευτική περιπολία και κινήθηκε προς Καλαμπάκα. Στο πρόθυρά της, εκεί όπου τώρα το ξενοδοχείο Διβάνι, εβλήθη από αντάρτες και επέστρεψε στα Τρίκαλα. Την επομένη 350 πάνοπλοι SS με βαρύ οπλισμό επιτέθηκαν και απώθησαν τους αντάρτες πέρα από το Καστράκι. Προς το βράδυ οι Γερμανοί επέστρεψαν στα Τρίκαλα. Οι αντάρτες ξαναγύρισαν στην Καλαμπάκα και κατέλαβαν νέες θέσεις βορειοανατολικά, ανάμεσα από τη μονή Αγίας Τριάδος και το εξωκλήσι Αγίου Αθανασίου της Τζέρτσης.
Την επομένη επαναλαμβάνουν την επίθεση τους τα SS. Τα τρία πρώτα αυτοκίνητά τους έπεσαν σε νάρκες και ανατινάχθηκαν. Στο ένα από αυτά επέβαινε και ο διοικητής της Μεραρχίας SS Σούμερς και κομματιάστηκε. Ο συνταγματάρχης Καρλ Σούμερς (Schumers), 40 χρονών περίπου, αρχηγός των SS στη Θεσσαλία ολόκληρη, ήταν γνωστός με το παρατσούκλι «τέρας», που απόκτησε από την απάνθρωπη συμπεριφορά του σε κατεχόμενες χώρες της Ευρώπης.
10. Α’ Πυρπόληση της πόλης
Μετά το θάνατο του διοικητή τους οι Γερμανοί ζητούσαν αντεκδίκηση. Αυτός ήταν και ο βασικότερος λόγος της πρώτης φάσης της πυρπόλησης της πόλης. Μια γερμανική φάλαγγα ενήργησε μετωπικά και εισήλθε στην Καλαμπάκα. Άλλη επιτέθηκε στα υψώματα, ανέτρεψε τους αντάρτες, προχώρησε και εισήλθε στο Καστράκι όπου ενώθηκε με την πρώτη. Προς το βράδυ οι SS μπήκαν στην έρημη πόλη της Καλαμπάκας, την λεηλάτησαν και πυρπόλησαν εξήντα σπίτια στο κέντρο της καθώς και μέρος από το Καστράκι, σε αντίποινα για τον σκοτωμό του διοικητή τους. Και λίγο πριν απ’ τα μεσάνυχτα πήραν το δρόμο της επιστροφής στα Τρίκαλα.
Ένας μήνας πέρασε απ’ τη νύχτα εκείνη και λίγοι Καλαμπακιώτες έρχονταν στην πόλη για γεωργικές κυρίως εργασίες ή για να πάρουν κάτι απ’ το σπίτι τους που τους χρειαζόταν στην προσφυγιά τους. Και μόνο λίγοι αψηφώντας τον κίνδυνο έμειναν δυο τρεις μέρες ή και διανυκτέρευαν ακόμη. Τα ξημερώματα της 18ης Οκτωβρίου 1943 τούς ξύπνησε ο αχός των μηχανοκίνητων που αντιβούιζαν στα βράχια και μεγάλωνε καθώς πλησίαζαν στην Καλαμπάκα. Κι ήταν πλήθος πολύ, που έρχονταν από τα Τρίκαλα.
11. Η Καλαμπάκα στις φλόγες (Β’ πυρπόληση της πόλης)
Σε λίγο η πρώτη οβίδα του γερμανικού πυροβολικού έσκασε στον τρούλο της εκκλησίας του μοναστηριού του Αγίου Στεφάνου. Μια δεύτερη που σημάδευε το ψηλό καμπαναριό της Παναγίας, το χτύπησε ξυστά χωρίς ζημία και πήγε κι έσκασε στο βράχο της Αϊάς. Η καμπάνα δε που μέχρι τότε σήμαινε συναγερμό, βουβάθηκε απ’ τη στιγμή εκείνη και ως ένα χρόνο αργότερα.
Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για αντίσταση των λίγων Ελασιτών, ούτε ήταν δυνατόν να εμποδίσουν την προέλαση των Γερμανών τα λίγα βλήματα των κανονιών που είχαν πάρει απ’ τους Ιταλούς.
Το φως των φωτοβολίδων, σημείο κατάληψης της Καλαμπάκας, ακολούθησαν οι πρώτες φλόγες στα σπίτια, που άρχισαν να πυρπολούνται κι ακολούθησε το κάψιμο και των υπολοίπων. Φλόγες τεράστιες, γλώσσες πύρινες μυριάδες, σαν από κόλαση φωτιάς, υψώνονταν ως τα ουράνια όλη τη νύχτα εκείνη. Και φώτιζαν τραγικά τους βράχους των Μετεώρων, που μόνον αυτοί έμειναν ορθοί, γιγάντιοι, ακατάβλητοι απ’ τους χιτλερικούς δαίμονες, να μοιάζουν παράξενα, απόκοσμα θεριά, ανάμεσα στα σύννεφα καπνού. Ήταν ένα θέαμα δύσκολο να περιγραφεί.
Το πρωινό της άλλης μέρας βρήκε την πόλη ολοκληρωτικά κατεστραμμένη να κείτεται σε ερείπια. Και τα χαλάσματά της έχασκαν απαίσια και φριχτά στη μορφή τους. Η παλιά Καλαμπάκα με τα παραδοσιακά σπίτια και την γραφικότητα που εντυπωσίαζε τόσο τους ξένους τουρίστες, ώστε δεν έπαυαν να την θαυμάζουν, να την αποτυπώνουν σε ζωγραφιές και να την φωτογραφίζουν, αφανίσθηκε.
Κάποιοι Καλαμπακιώτες δεν πρόλαβαν ν’ απομακρυνθούν από τον τόπο της καταστροφής καθώς ήταν ανήμποροι και άρρωστοι, και τους εκτέλεσαν οι Γερμανοί που τους βρήκαν στο δρόμο τους πίσω απ’ τα βράχια. Τα άψυχα σώματά τους περισυνέλεξαν οι δικοί τους λίγες μέρες αργότερα.
Μετά την πυρπόληση της Καλαμπάκας οι Γερμανοί συνέχισαν τις εκκαθαριστικές τους επιχειρήσεις προς την περιοχή της Πίνδου. Απ’ τα χίλια και πάνω οικοδομήματα λίγα μόνο γλίτωσαν από τη γερμανική πυρομανία. Αυτά τα χρησιμοποίησαν οι ίδιοι οι κατακτητές και εγκατέστησαν φρουρές μέχρι τέλους του πολέμου. Η Καλαμπάκα έγινε κέντρο υποδοχής των διερχομένων Γερμανών από και προς την Ήπειρο και Θεσσαλία.
Εκείνη την εποχή ακόμα κι όλα τα δέντρα της αγροτικής περιφέρειας Καλαμπάκας κόπηκαν απ’ τους Γερμανούς και μεταφέρθηκαν στα Τρίκαλα και σ’ άλλες θεσσαλικές γερμανοκρατούμενες πόλεις.
12. Απελευθέρωση
Η Καλαμπάκα για ένα περίπου χρόνο ήταν εγκαταλειμμένη απ’ τους κατοίκους της και είχε γίνει κέντρο διακίνησης των Γερμανών ιδιαίτερα την άνοιξη του 1944, οπότε άρχισε να παρατηρείται μεγαλύτερη κίνησή τους προς την Ήπειρο. Οι Γερμανοί είχαν στήσει ένα ξύλινο παράπηγμα στην κεντρική πλατεία και το χρησιμοποιούσαν σαν αναρρωτήριο με διευθυντή ανώτερο αξιωματικό του Υγειονομικού τους. Αυτό το αναρρωτήριο πυρπόλησαν τη μέρα της αναχώρησής τους απ’ την Καλαμπάκα.
Ως προς την ημερομηνία, δεν είμαστε ακριβώς σίγουροι. 18 Οκτωβρίου 1944 εγκατέλειψαν τα Τρίκαλα, ενώ στις 19 και 20 γερμανικά τμήματα απ’ όλη τη Θεσσαλία περνούσαν έξω από την πόλη μας, με κατεύθυνση άλλοι προς τα Γιάννενα και άλλοι προς τα Γρεβενά, ενώ συνεχώς τμήματα ανταρτών τούς χτυπούσαν.
13. Επίλογος
Στα χρόνια της μαύρης και πικρής σκλαβιάς, όπως κάθε πόλη της Ελλάδας και κάθε χωριό, έτσι και η Καλαμπάκα έδωσε το παρόν της στην Αντίσταση εναντίον των κατακτητών. Ήταν μια απ’ τις πρώτες, όπου ιδρύθηκαν οι αντιστασιακές οργανώσεις.
Παρά τα δεινοπαθήματά τους, τις κακοποιήσεις, τις φυλακίσεις, τη φριχτή διαβίωση των κατοίκων της, την πείνα, τους εξευτελισμούς, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και τις εκτελέσεις, σ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής συνέχισε τον αγώνα κι έκανε να φουντώσει το δέντρο της λευτεριάς, που είχαν ποτίσει με το αίμα τους τόσα παιδιά της στις κορφές της Πίνδου.
Η ολοκληρωτική πυρπόληση της πόλης μας μπορεί και πρέπει να θεωρηθεί σαν το κορύφωμα της προσφοράς των κατοίκων της στην Αγία Τράπεζα της ελληνικής θυσίας. Προσφορά που συνέβαλε κι αυτή στη δύσκολη κατοπινή πορεία της πατρίδας μας προς την πρόοδο και την ευημερία. Μια πορεία που ελπίζουμε -παρ’ όλες τις αντιξοότητες που σήμερα όλοι βιώνουμε- να συνεχιστεί...
Σχόλια