Γιατί απέτυχε το πρώτο Μνημόνιο

Audiatur et altera pars
Η Ελλάδα δεν είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα που, μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 και την ύφεση που ακολούθησε, υιοθέτησε αυστηρά μέτρα λιτότητας. Δεν είναι καν το μοναδικό κράτος που βρίσκεται σε καθεστώς έκτακτης δανειακής στήριξης, δηλαδή Μνημονίου. Ωστόσο, η ελληνική οικονομία είναι η μοναδική που βρίσκεται σε αυτήν την κωματώδη κατάσταση: πέρα από τη χαρακτηριστική ένταση της ελληνικής ύφεσης, αξίζει να σημειωθεί ότι στη θεωρητική περίπτωση που μπορούσαμε να δανειστούμε σήμερα από τις διεθνείς αγορές, θα πληρώναμε επιτόκιο 20 ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερο από της Πορτογαλίας και 25% από το αντίστοιχο της Ιρλανδίας. Πώς εξηγείται αυτή η παταγώδης αποτυχία ανασύνταξης της οικονομίας και ανάκτησης της εμπιστοσύνης των αγορών;
Ο πρώτος και σημαντικότερος λόγος είναι η πρωτοφανής αβεβαιότητα όχι μόνο για την ικανότητα, αλλά και για τη βούληση της Ελλάδας να παραμείνει στον ευρωπαϊκό πυρήνα. Η οικονομική χρεοκοπία οδήγησε στην αναζωπύρωση της παλαιάς διαμάχης για τη σχέση της χώρας μας με τη Δύση. Η σύγκρουση αυτή αντικατοπτρίζεται τα τελευταία δύο χρόνια στις παλινωδίες των ελληνικών κυβερνήσεων, την κοινωνική αναταραχή, αλλά και στις διαλυτικές τάσεις εντός των μεγάλων κομμάτων που αποτέλεσαν τον πυλώνα της μεταπολιτευτικής σταθερότητας. Οσο το αποτέλεσμα της διαμάχης παραμένει ασαφές, κανείς -Ελληνας ή ξένος- δεν θα επενδύει τα χρήματά του στη χώρα, ακόμη και όταν παρουσιάζονται ευκαιρίες, αφού δεν ξέρει τι του ξημερώνει.

Ο δεύτερος λόγος της αποτυχία του πρώτου Μνημονίου ήταν το τεράστιο λάθος των εταίρων μας να πάρουν στα σοβαρά τους Ελληνες συνομιλητές τους. Ετσι, στο πρώτο κείμενο που ψηφίστηκε τον Μάιο του 2010, προβλέπονταν έσοδα από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, ελάφρυνση του χρέους μέσω ιδιωτικοποιήσεων, εξοικονόμηση πόρων μέσω της ενιαίας αρχής δημοσίων συμβάσεων, της γενίκευσης της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, της ίδρυσης ενιαίας αρχής πληρωμών και του εξορθολογισμού και της συρρίκνωσης του κράτους, αλλά και πρόσθετα οφέλη από το άνοιγμα της οικονομίας μας, τη μείωση της γραφειοκρατίας, την απλοποίηση του φορολογικού συστήματος και την υλοποίηση δομικών μεταρρυθμίσεων. Ολες αυτές οι δράσεις καρκινοβατούν, λόγω της απροθυμίας της ελληνικής πολιτικής τάξης να απολέσει τα προνόμια και την εξουσία της, τα οποία πηγάζουν από την πελατειακή συγκρότηση του κράτους. Και αφού δεν κάναμε τίποτε από όσα είχαμε υποσχεθεί, τώρα ζητάμε και τα ρέστα από τους εταίρους μας επειδή οι στόχοι δεν επιτυγχάνονται.
Ο τρίτος λόγος που καθιστά την Ελλάδα «ειδική περίπτωση» είναι η εξάρτηση της οικονομίας μας από τον κρατικό δανεισμό. Χιλιάδες επιχειρήσεις επιβίωναν προ κρίσης με πελατολόγια, τα οποία περιείχαν μία και μοναδική καταχώριση: ελληνικό Δημόσιο. Εκατοντάδες χιλιάδες μισθοδοτούνταν μόνο και μόνο χάρη στα δανεικά χρήματα που μοίραζε το κράτος στους εργοδότες τους (στον δικό μας κλάδο, π.χ., εφημερίδες χωρίς καθόλου αναγνώστες επιβίωναν χάρη στη διαφήμιση του «έργου» των υπουργείων). Οταν οι στρόφιγγες του διεθνούς δανεισμού έκλεισαν τόσο για το ελληνικό κράτος, όσο και για τις τράπεζές μας, η οικονομία ανέπτυξε τα ίδια συμπτώματα που εμφανίζονται σε ηρωινομανείς, τις πρώτες ημέρες της αποτοξίνωσης.
Φυσικά, κανένα από τα τρία αυτά προβλήματα δεν θα λυθεί με την «απέλαση» της τρόικας, την οποία απαιτεί η ετερόκλητη αλλά συμπαγής συμμαχία των αντιμνημονιακών (είναι αξιοσημείωτο ότι οι θέσεις της Χρυσής Αυγής, του βαθέος ΠΑΣΟΚ, της λαϊκής Δεξιάς, της εθνικιστικής Αριστεράς και του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στο Μνημόνιο ταυτίζονται απολύτως). Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλά όσοι με τις ιδεολογικές θέσεις και τις πολιτικές πράξεις τους έφεραν την πατρίδα μας εδώ που την έφεραν και τώρα υποδύονται τους υπερασπιστές των ίδιων των πολιτών που καλούνται να πληρώσουν τα σπασμένα τους. Το αποκρύπτουν όμως, επιμελώς, αφού οι ριζικές αλλαγές που προϋποθέτει η λύση στο ελληνικό αδιέξοδο θα οδηγήσουν στη δική τους -οριστική- περιθωριοποίηση.

Νίκος Χρυσολωράς, εφ. Καθημερινή, 13/2/2012

Σχόλια